Με τη ραγδαία πολιτικοποίηση που συμβαίνει την τελευταία περίοδο, με όλο και περισσότερο
κόσμο να παίρνει θέση απέναντι ή δίπλα στα πράγματα που συμβαίνουν και στις πολιτικές που
αναπτύσσονται, καλούνται όλοι να τοποθετηθούν πάνω στο καυτό ζήτημα της διαχείρησης του
μεταναστευτικού πληθυσμού. Στο προηγούμενο άρθρο, μέρος 1ο: “να μη συνηθίσουμε το θάνατο";,
καταπιαστήκαμε με την εξοικείωση με το θάνατο που χαρακτηρίζει την λεγόμενη ελληνική
κοινωνία, εδώ και δεκαετίες, και τον Λόγο που έχει αναπτυχθεί για την υποστήριξη του αντίθετου.
Εδώ λοιπόν, μετά από ένα σκοτεινό καλοκαίρι γεμάτο εθνικιστικές επιθέσεις και καμπάνιες, θα
μιλήσουμε για τον τρόπο με τον οποίο ένα ευρύ κομμάτι του κοινωνικού συνόλου
επανασυγκροτείται πάνω σε ένα κοινό στόχο και μία ενιαία ταυτότητα, την κάθαρση της χώρας που
επιβάλλεται από τους προνομιούχους της κατοίκους, τους νόμιμους, και κατ'επέκταση το πεδίο που
έχει ανοιχτεί για την πρωτοπορία που θα οργανώσει αυτή την κίνηση. Με άλλα λόγια, για αυτό που
πολύ χοντρικά ονομάζεται άνοδος του φασισμού.
Δε θα έπρεπε να εκπλησσόμαστε από τα εκλογικά ποσοστά της Χρυσής Αυγής. Αν κάτι τέτοιο
συμβαίνει, οφείλεται αφ'ενός στην αφέλεια και το ρομαντισμό που ούτως ή άλλως χαρακτηρίζει
πλατιά κομμάτια του ανταγωνιστικού κινήματος και αφ'ετέρου στην πρόχειρη ή και άστοχη
ανάγνωση τόσο της εγχώριας ιστορίας όσο και του πρόσφατου παρελθόντος, που ήταν γεμάτο με
δείγματα αυτού που τώρα γιγαντώνεται. Θεωρούμε βέβαια πως είναι λάθος να εξετάζουμε την
πραγματικότητα ορίζοντας σαν άξονα την πολιτική και το ποιόν της νέας εθνικιστικής
πρωτοπορίας. Προφανώς και πολλά μπορούν να ειπωθούν – και έχουν ειπωθεί- για το ιδεολογικό
υπόβαθρο της χρυσής αυγής, για την οργανική της σύνδεση με την εθνική υπηρεσία πληροφοριών
και την αστυνομία, για τα νταραβέρια της με τις εγχώριες μαφίες. Για τους ψηφοφόρους της αυτά
δεν αποτελούν απ'ότι φαίνεται και πολύ αποτρεπτικά στοιχεία. Το ζητούμενο είναι να
κατανοήσουμε βαθύτερα τους λόγους για τους οποίους αυτό το κόμμα έχει πιάσει, τους λόγους για
τους οποίους ο νεοελληνικός βούρκος αποτελεί ένα ευνοϊκό και γόνιμο έδαφος για την ενδυνάμωση
του εθνικιστικού κόμματος και το πώς η στρατηγική αυτής της πρωτοπορίας δε διαμορφώνεται
τόσο για να προκαλέσει καταστάσεις, όσο για δημιουργήσει ένα προστατευτικό περιβάλλον σαν
ομπρέλα που να καλύπτει τις στιγμές έξαρσης της εθνικιστικής υπερηφάνειας. Στην πλειονότητα
των περιπτώσεων, όσον αφορά τους υποστηρικτές του εθνικισμού, δεν έχουμε να κάνουμε με
παραπλανημένα υποκείμενα, αλλά με μάζες που θέλουν μέσα στις δύσκολες στιγμές να
ακολουθήσουν κάποιον δυνατό. Για αυτό και η ανάλυσή μας είναι τέτοια, επειδή δεν κινούμαστε
μαζί, αλλά τους βλέπουμε να παίρνουν θέση απέναντι από εκεί που εμείς στεκόμαστε.
Ξεκινώντας με το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, ας πάμε σε αυτά που συνέβησαν στην Κόρινθο
την τελευταία βδομάδα του Αυγούστου. Τότε λοιπόν εφαρμόστηκε ένα πειραματικό σχέδιο όπου με
πλήρη μυστικότητα αναδιαμορφώθηκε μέρος ενός στρατιωτικού στρατοπέδου και μέσα σε μία
νύχτα μεταφέρθηκαν εκεί από την Αθήνα 400 προς απέλαση μετανάστες.“Βρισκόμαστε σε πόλεμο
και στον πόλεμο όλα επιτρέπονται” έλεγε ο δήμαρχος Κορίνθου Α. Πνευματικός, όταν κλήθηκε να
εξηγήσει την απόφασή του να κόψει το νερό και να εμποδίσει τη συγκομιδή σκουπιδιών στο
στρατόπεδο μέσα στον καύσωνα. Αυτή είναι η ουσία της υπόθεσης, η ευκολία με την οποία
αντιμετώπισε τους κρατούμενους σαν κάτι το αναλώσιμο στα πλαίσια μιας αντιπαράθεσης με τους
ανώτερούς του και βέβαια η υποστήριξη που απήλαυσε από την τοπική κοινωνία που έδινε παρόν
για να διαμαρτυρηθεί έξω από το στρατόπεδο. Ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβει ο καθένας το
πως έχει εμπεδωθεί ο θάνατος των άλλων σαν προοπτική. Η ουσία αυτού του γεγονότος δεν
αναδείχθηκε, επισκιαζόμενη από το φαντασμαγορικό σόου της χρυσής αυγής που συγκρούστηκε με
την αστυνομία μπροστά στις κάμερες την ημέρα, ενώ το βράδυ έκανε τις κανονισιές της με στρατό
και αστυνομία εντός του στρατοπέδου, σύμφωνα με δημόσιο κείμενο ενός φαντάρου στο
indymedia. Όταν λοιπόν οργανώθηκε μια κρατική επιχείρηση για την απέλαση των μεταναστών, η
κοινωνική παρέμβαση φλέρταρε με την εξόντωσή τους.
Τον Ιούνη, η αστυνομία, το ΣΔΟΕ και διάφοροι άλλοι κρατικοί φορείς έκαναν έφοδο σε
“παράνομες” βιοτεχνίες ρούχων στην Αθήνα που λειτουργούσαν σαν κάτεργα, καθώς τα αφεντικά
κρατούσαν μετανάστες κλειδωμένους σε υπόγειους χώρους, να δουλεύουν εξαντλητικά ωράρια για
ψίχουλα και -προφανώς- ανασφάλιστοι, ενώ με τις μηχανές να δουλεύουν σχεδόν σε 24ωρη βάση
τα αφεντικά γεύονταν τους καρπούς της επικερδούς αυτής επιχείρησης. Από τους 88 εργάτες οι 60
πήγαν για απέλαση. Αυτή είναι απλά μια αρκετά οργανωμένη εκδοχή της ρατσιστικής
εκμετάλλευσης που ρίχνει τα μεροκάματα. Και όταν προκύπτει μια κρατική παρέμβαση, οι
μετανάστες είναι εντελώς αβοήθητοι απέναντι σε θεσμούς που έχουν ξεκάθαρα διαμορφωθεί όχι
για να διώκουν γενικά τους μετανάστες, αλλά υπολογίζοντας τους σαν ένα φθηνό και ευέλικτο
εργατικό δυναμικό με ημερομηνία λήξης και προστατεύοντας τους εκμεταλλευτές τους. Δε θα
μπορούσε αυτό να αποδειχθεί πιο ξεκάθαρα παρά από το πρόσφατο περιστατικό που συνέβη στη
Σαλαμίνα. Ένας φούρναρης αποσχολούσε -με τους γνωστούς όρους- έναν αιγύπτιο εργάτη. Ενώ
λοιπόν τον είχε απλήρωτο, σύμφωνα με τον ίδιο τον μετανάστη, υποπτευόταν οτι τον έκλεβε. Ο
φούρναρης, μαζί με τον γιό και δυό φίλους τους, χτύπησαν τον μετανάστη, τον μετέφεραν σε έναν
στάβλο οπού τον αλυσόδεσαν και τον βασάνισαν με τρόπους που μάλλον δεν είναι σκόπιμο να
αναφέρουμε, ενώ απείλησαν και τη ζωή του. Ο αιγύπτιος Ουαλίντ Μοχάμετ Τάλεπ, παρέμεινε σε
αυτή την ιδιότυπη φυλακή του αφεντικού του για ένα 24ωρο, κατάφερε να δραπετεύσει και
βρέθηκε αλυσοδεμένος και παραμορφωμένος από το ξύλο. Τότε συνελήφθη και απειλείται με
απέλαση ενώ το αφεντικό, που δεν έχει νόημα να τον χαρακτηρήσουμε παραπάνω, αφέθηκε
-προφανώς- ελεύθερος. Η αντίδραση της αιγυπτιακής κοινότητας που προσέδωσε δημοσιότητα στο
θέμα, ανάγκασε τους κρατικούς μηχανισμούς να βάλουν λουκέτο στο φούρνο με την αιτιολόγηση
της παράνομης απασχόλησης εργάτη για δώσουν ένα τέλος στην υπόθεση. Ο βασικός ρόλος των
θεσμών είναι να στηρίζουν τους ισχυρότερους σε βάρος των ασθενέστερων, πράγμα που φαίνεται
και εδώ καθώς για την απαγωγή και τα βασανιστήρια που έκανε το αφεντικό, μάλλον στην πούδρα
τον έχουνε. Και αφεντικά σαν και το παραπάνω, σε όλες τις γωνιές της ελλάδας φαίνεται να το
εχουν εμπεδώσει για τα καλά. Όπως και να έχει, στα χαρτιά θα μείνει οτι τον απασχολούσε
παράνομα, όχι το οτι αποπειράθηκε έως και να τον σκοτώσει. Και δε χρειάζεται να πάμε πολλά
χρόνια πίσω, να θυμηθούμε αυτά που έχουν γίνει στη μανωλάδα, αφεντικά να σέρνουν μετανάστες
εργάτες από αμάξια.
Τον περασμένο Ιούλη στο Σταυρωμένο Ρεθύμνου ο 28χρονος εργάτης από το Πακιστάν Μπασίρ
Τζαχανγκίρ, αντί να εισπράξει τα δεδουλευμένα που του χρώσταγε το αφεντικό, δέχθηκε επίθεση
με καραμπίνα. Κρατήθηκε όμηρος για 4 ημέρες, απέδρασε και απευθύνθηκε στην αστυνομία η
οποία φυσικά κάλυψε το αφεντικό. Γνωρίζουμε εκ των προτέρων οτι θα μπορούσε να τεθεί ένας
αντίλογος που να βασίζεται στο οτι ουκ ολίγες φορές, μετανάστες εργάτες έχουν επιτεθεί στα
αφεντικά τους λόγω οικονομικών διαφορών. Σε ορισμένα τέτοια περιστατικά έχουμε αναφερθεί στο
παρελθόν και πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας πως η βία που ασκείται σε αυτές τις
περιπτώσεις δε μπορεί να συγκρίνεται με αυτή των αφεντικών. Όταν τα αφεντικά πιάνουν το όπλο,
το κάνουν για να επιβληθούν και αυτό το αντιλαμβανόμαστε σαν μια κίνηση εξαρχής εχθρική
απέναντι και σε εμάς. Όταν το πιάνει ένας εκμεταλευόμενος οι όροι αλλάζουν. Το όπλο και η
ταξική του θέση δε θα καθαγιάσουν την πράξη και τα κίνητρά του, αλλά σίγουρα, μια τέτοια πράξη
δεν μας είναι εχθρική. Αυτοί είναι και οι όροι του ταξικού πολέμου. Και είμαστε βέβαιοι πως στην
πραγματικότητα συμβαίνουν αναρίθμητα ανάλογα περιστατικά βίας που δεν ακούγονται, που
ψιθυρίζονται πίσω από κλειστές πόρτες.
Η στρατιωτικοποίηση τέλος που χαρακτηρίζει τον ακροδεξιό χώρο δεν περιορίζεται στα λεγόμενα
“τάγματα εφόδου” της χρυσής αυγής, όμως κανείς δε μιλάει για αυτό. Οι 600 επιθέσεις που έγιναν
στην αθήνα αυτό το καλοκαίρι δεν είναι μόνο από αυτούς. Το πρόταγμα της κάθαρσης έχει
απήχηση και αυτοί που γοητεύονται από την ευκολία του να σκοτώσεις κάποιον τον οποίο κανείς
δε θα ψάξει, και που μάλλον για τον οποίο κανείς δε θα σε συλλάβει δεν είναι λίγοι. Ο ακροδεξιός
χώρος, είναι ευέλικτος, και απ'ότι φαίνεται έχει πρόσβαση σε όπλα. Κανείς δε μίλησε ξεκάθαρα για
τον 38χρονο που πέθανε στο γύθειο όταν έσκασε αυτοσχέδια βόμβα στα χέρια του, με ποιά
ακροδεξιά οργάνωση είχε σχέσεις, που πήγαινε να βάλει τη βόμβα, για που προορίζονταν τα υλικά
για άλλες 60 βόμβες τα όπλα και οι ασύρματοι που βρέθηκαν σε σπίτι 34χρονου συνεργού του, τι
έγινε εν τέλει με τον τελευταίο που αφέθηκε ελεύθερος με τα τόσα πράγματα που βρέθηκαν στο
σπίτι του; Κανείς δε μιλάει ανοιχτά για τις οργανωμένες εθνικιστικές πολιτοφυλακές για τις οποίες
έχουμε γράψει, για το βαθύ παρακράτος που ονομάζεται πατριωτική κίνηση Καβάλας, για τους
πρόσφατους νέους συλληφθέντες στο βόλο που κουβαλούσαν εξοπλισμό μάχης μαζί τους. Από τους
τελευταίους μάλιστα, ο ένας πήγε να το πάρει πάνω του και να αθωώσει τους υπόλοιπους
(σύμφωνα βέβαια με την ρουφιανοφυλλάδα του Παπαχελά) λέγοντας δημόσια πως σκόπευε να
κάψει ένα τζαμί και πως γενικότερα κάνει θελήματα γιοα τη χρυσή αυγή με αντάλαγμα ορισμένα
μεροκάματα σε αγροτικές εργασίες – η παράδοση των πελατειακών σχέσεων δε φαίνεται να αλλάζει
ποτέ και πουθενά -. Δεν είναι λίγοι αυτοί που καταλαβαίνουν πολύ καλά το που έχουν φτάσει τα
πράγματα, ούτε και αυτοί που έχουν πληροφορίες τις οποίες δεν τις ανοίγουν. Ο θάνατος λοιπόν,
πλαταίνει, αφορά όλο και περισσότερους ανθρώπους γιατί το ίδιο συμβαίνει και με τον πόλεμο που
διεξάγεται. Και η πληροφορία στον πόλεμο είναι όπλο, ενώ το μυστικό είναι προϋπόθεση.
Ακόμα και όλοι αυτοί που ζητάνε να φυλακιστούν οι μετανάστες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης,
ξέρουν πολύ καλά τι ζητάνε. Δε θα μιλήσουν ανοιχτά για αυτό. Αυτό όμως δε σημαίνει το οτι ο
θάνατος των άλλων θα είναι σα να μη συνέβη ποτέ. Και αυτό θα το δείξει η ιστορία.