Η ανάδειξη των τειχών, απαξίωση της ζωής..

Η ανάδειξη των τειχών, απαξίωση της ζωής..

Η Άνω πόλη θεωρείται το “πολιτισμικό σύμβολο” της Θεσσαλονίκης, χαρακτηρισμός που έχει αποδοθεί επίσης και στην περιοχή της Πλάκας στην Αθήνα. Η περιοχή της Άνω πόλης ξεχωρίζει γιατί διατηρεί ακόμα στοιχεία από το παρελθόν, γιατί ακόμα είναι φανερά συνδεδεμένη με την παράδοση και το “διαφορετικό”. Αποτελεί ίσως τη μόνη περιοχή που κομμάτια της θυμίζουν έντονα την ιστορία της πόλης. Πως η Θεσσαλονίκη ήταν πόλη πολυπολιτισμική και μετέπειτα έγινε πρωτεύουσα της προσφυγιάς (κατοικούνταν από Έλληνες, Εβραίους, Τούρκους και Μικρασιάτες πρόσφυγες). Η περιοχή σώθηκε από την καταστροφική πυρκαγιά του 1917 (κατά την οποία κάηκε το ιστορικό κέντρο της πόλης) και άντεξε στο δυνατό σεισμό του 1978 που έπληξε τη Θεσσαλονίκη. Λαϊκή αρχιτεκτονική, χαμηλά σπίτια με αυλές, πλακόστρωτα ανηφορικά και φιδωτά καλντερίμια, μνημεία που αντιστέκονται στο χρόνο, πλήθος διατηρητέων κατοικιών και φυσικά όσα προσφυγικά σπιτάκια κατάφεραν να επιβιώσουν έως τώρα από αντιπαροχές και εργολάβους.

Η μανία του εκσυγχρονισμού και της μοντέρνας ανοικοδόμησης κατάφερε να αλλοιώσει αισθητά και σε μεγάλο βαθμό μάλιστα, την εικόνα της πάλαι ποτέ αποκλειστικά παραδοσιακής περιοχής, ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’60 και συνεχίζοντας τις επιθέσεις με μπουλντόζες μέχρι σήμερα. Οι εργολάβοι απαξίωσαν το χαρακτήρα και την εμφάνιση της άνω πόλης, τα συμφέροντα οδήγησαν στην εξαφάνιση σπουδαίων οικημάτων, οι δρόμοι μπουκώνουν με μεγάλα οικοδομήματα που αντιτίθεται στην αισθητική της περιοχής και κλειδώνουν τους ανθρώπους και πάλι σε διαμερίσματα. Η αντιπαροχή έγινε συστηματική, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες απαξίωσαν παλιές ιστορικές κατοικίες (αξιόλογης αρχιτεκτονικής), επιτρέποντας την κατεδάφισή τους, για να πάρουν τη θέση τους τριώροφα νεόκτιστα που σε τίποτα δε θυμίζουν την παλαιότερη μορφή των γειτονιών. Σιγά σιγά τα ογκώδη κτίρια, εξαφανίζουν τις αυλές, το πράσινο, τη θέα (η Άνω πόλη όντας χτισμένη πάνω σε λόφο είχε πάντα άπλετη θέα της υπόλοιπης πόλης), στενεύουν τις πλατείες και κρύβουν τον ήλιο, παρεμποδίζοντας παράλληλα τις ανθρώπινες σχέσεις, νεκρώνοντας τις πρώην ζωντανές γειτονιές των χαμηλών σπιτιών και της επικοινωνίας. Όπως ακριβώς έγινε σε όλη την υπόλοιπη θεσσαλονίκη δηλαδή.

Τον τελευταίο καιρό όμως, η επίθεση ενάντια στις γειτονιές της άνω πολης απέκτησε μια πιο συγκεκριμένη στόχευση. Στόχος έγιναν τα περισσότερα (αν όχι όλα) εναπομείναντα παραδοσιακά προσφυγικά σπιτάκια που εφάπτονται με το Βυζαντινό τείχος το οποίο περιτριγυρίζει την άνω πόλη, τα γνωστά ως “καστρόπληκτα¨. Τα καστρόπληκτα είναι τα σπίτια που εδώ και χρόνια υπάρχουν κολλητά στο τείχος, στη λεγόμενη “ζώνη πρασίνου” (σύμφωνα με το ρυμοτομικό σχέδιο του 1933 έως το σημερινό).

Η “Αντιδημαρχία Αστικού Σχεδιασμού, Πολεοδομίας και Δικτύων”, η “Εφορεία Νεοτέρων μνημείων” και η Εφορία Βυζαντινών μνημείων” της Θεσσαλονίκης απειλούν με κατεδαφίσεις κατοικημένα σπίτια που ακουμπούν εναρμονισμένα στο τείχος, χρησιμοποιώντας εκφράσεις όπως ¨ανάδειξη” και “ανάπλαση”, “χαμένη αίγλη”, “εκκαθάριση” κ.ά. Λέξεις που όπως είναι φυσικό αναδεικνύουν τα σχέδιά τους που από απειλές έγιναν πράξεις το σεπτέμβριο του 2011 και συνεχίζεται η προσπάθειά τους για ερήμωση της περιοχής μέχρι σήμερα. Κάποιοι εκ των ιδιοκτητών των προσφυγικών αυτών σπιτιών αποζημιώθηκαν από το δήμο πριν καιρό, ώστε να παραχωρήσουν τις κατοικίες τους προς κατεδάφιση. Ο δήμος όμως θέλησε να απαλλοτριώσει τα πάντα, όχι μόνο αυτά που δόθηκαν με συγκατάθεση κάποιων ιδιοκτητών.

Στόχος της επίθεσης είναι να κρατηθούν μόνο 16 εκ των καστρόπληκτων κατοικιών ως άδειοι χώροι επισκέψεως, να υλοποιηθεί το “σχέδιο πρασίνου” καθώς και να τοποθετηθούν “πλέγματα περιπάτων.” Κοινώς, να διώξουν ανθρώπους από τα σπίτια τους, να σβήσουν κάθε μνήμη που συνδέει την περιοχή με το παρελθόν, να μετατρέψουν σε τουριστικό αξιοθέατο σπίτια που ακόμη διατηρούνται και κατοικούνται, τη στιγμή μάλιστα που οι άστεγοι διαρκώς αυξάνονται και τα νοίκια είναι ισόποσα των βασικών μισθών.

Πίσω όμως από τις ευφάνταστες λέξεις περί “ανάπλασης” κρύβονται άλλες προθέσεις. Την “αισθητική” τους χαλάει το γεγονός ότι αυτή η γειτονιά διατηρείται ζωντανή από φτωχότερα οικονομικά στρώματα ανθρώπων, που επιλέγουν να ζουν ενάντια στη βιομηχανοποιημένη εικόνα που διαρκώς επιβάλλεται, που ακόμα επικοινωνούν, βρίσκονται, συγκαλούν συνελεύσεις γειτονιάς, οργανώνονται και αντιδρούν μαζικά ενάντια στις διαθέσεις των κρατιστών και των κερδοσκόπων. Που επανακαταλαμβάνουν εγκαταλελλειμένα σπίτια για να επιβιώσουν και που επιλέγουν αυτά τα σπίτια για μείνουν, ώστε να τα διατηρήσουν ανέπαφα και ζωντανά απέναντι στο μένος της ερημοποίησης και το βωμό του κέρδους. Πίσω απ’ όλο αυτό το προσωπείο μιας δήθεν αναβάθμισης από μεριάς των ισχυρών λοιπόν, κρύβεται η πρόθεση να απομονώσουν τους φτωχούς, τους μετανάστες, τους ανθρώπους που αγωνίζονται και κινητοποιούνται, και τους ανθρώπους που ευαισθητοποιούνται γι’ αυτή την περιοχή. Μια περιοχή που βρίθει από μνήμες και εμπνέει αλληλεγγύη.

Ήδη κάποια κτίσματα αποτελούν παρελθόν από τις εφόδους κατεδαφίσεων και όχι μόνο. Εν μέσω καλοκαριού του 2011 αλλά και του 2012 συνέβησαν τρεις “τυχαίοι”; εμπρησμοί σε (καστρόπληκτα) σπίτια εγκαταλλειμένα από καιρό, που είχαν όμως επανακατοικηθεί κυρίως από μετανάστες. Ένα από αυτά (που βρισκόταν στην οδό Επταπυργίου και έμενε μία οικογένεια από τη Βουλγαρία) είχε στοχοποιηθεί αρχικά για κατεδάφιση που απετράπη από αλληλέγγυο κόσμο και κατοίκους που συγκεντρώθηκαν στο σημείο. Λίγους μήνες μετά καταστράφηκε με τον εμπρησμό. Τα σπίτια αυτά παραμένουν ακόμα όρθια και ολοσχερώς καμμένα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν φυσικά να κατοικηθούν ξανά και να μην υπάρχει πια κανένας τρόπος αξιοποίησής τους. Ακόμα και όταν δόθηκε η διορία για τα καστρόπληκτα (να κατατεθούν αποδεικτικά ιδιοκτησίας) αυτά τα (πλέον καμμένα) σπίτια δεν είχαν κατεδαφιστεί.

Τα περισσότερα σπίτια της Άνω πόλης που είναι εγκαταλλειμένα, είναι εγκαταλειμμένα εσκεμμένα. Δεν είναι λίγοι αυτοί που αφήνουν τα σπίτια να ρημάζουν στο έλεος του χρόνου και του καιρού ώστε να μπορέσουν με την καταστροφή τους να ωφεληθούν με αντιπαροχές. Κάποια άδεια σπίτια που ρημάζουν (διατηρητέα τα περισσότερα) ανήκουν στο κράτος και σε υπουργεία (πχ. πολιτισμού) και φυσικά παραμένουν αναξιοποίητα. Ελάχιστα είναι αυτά που δεν έχουν ιδιοκτήτη ή που ο ιδιοκτήτης τους αδιαφορούσε τόσο που τα παραχώρησε σε ανθρώπους χωρίς προσωπικό όφελος.

Τα τελευταία δύο χρόνια που οι μπουλντόζες ξαναδιεκδικούν τα καστρόπληκτα και οι φορείς απειλούν με χαρτιά κολλημένα στις πόρτες, γίνονται συχνά καλέσματα για την οργάνωση δράσεων ενάντια στα σχέδια κατεδάφισης των καστρόπληκτων, συνελεύσεις, ενημερώσεις των κατοίκων της Άνω πόλης (και όχι μόνο), εκδηλώσεις και παρεμβάσεις. Η τελευταία παρέμβαση έγινε στο γραφείο του Κουράκη (“αντιδήμαρχος αστικού σχεδιασμού, πολεοδομίας και δικτύων”) ώστε να έχει την ευκαιρία να βρεθεί κατά πρόσωπο με τον κόσμο που κατοικεί στα καστρόπληκτα (σε περίπτωση που δεν πίστευε ότι υπάρχει) και να σταματήσει να ελπίζει πως θα τα καταφέρει με τα τουριστικά του σχέδια. Παρόμοια παρέμβαση πραγματοποιήθηκε και στην “εφορεία βυζαντινών αρχαιοτήτων” στο επταπύργιο την ίδια χρονική περίοδο.

Τα σχέδιά τους να μείνουν μόνο στα χαρτιά. Το μόνο σίγουρο είναι πως η “υποβάθμιση” (χαρακτηρισμός που χρησιμοποιήθηκε πολλάκις για τα καστρόπληκτα) δεν είναι κάτι που προκαλεί η τελευταία προσφυγική γειτονιά της Θεσσαλονίκης, αλλά κάτι που προκαλεί το κράτος μόνο και μόνο με την ύπαρξή του.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *